“Στήνοντας” ενέδρα στον …Άρη Βελουχιώτη!
Από το τετράδιο αναμνήσεων του πατέρα μου Φώτη Γούσια (1918-2006)
…Έτσι ήταν τα πράγματα τότες. Αυτή ήταν η ταλαιπωρημένη μας ζωή και σιγά-σιγά περνούσε ο καιρός μέχρι που ήρθε η ώρα να φύγουν οι κατακτητές, δηλαδή οι Γερμανοί που είχαν μείνει τελευταίοι γιατί Ιταλοί είχαν φύγει πιο μπροστά. Νομίζω ότι οι Γερμανοί έφυγαν στις 18 Οκτωβρίου του 1944. Ε, είπαμε τότες, επιτέλους θα ζήσουμε πλέον και εμείς σαν άνθρωποι, λεύτεροι, όλοι μας είχαμε ζωγραφισμένη στο πρόσωπό μας μία χαρά. Αλίμονο όμως δεν κράτησε πολύ! Τον Δεκέμβριο το 1944 αποβιβάστηκε στην Ελλάδα αγγλικός στρατός με την ελληνική κυβέρνηση που είχαν κάτω στο Κάιρο. Οι Άγγλοι τότε ζήτησαν να παραδώσει τα όπλα ο στρατός του ΕΛΑΣ. Φυσικά η κυβέρνηση που είχε συγκροτηθεί [είχε μεταφερθεί] τότε στο χωριό Πετρίλο Αργιθέας, η ΠΕΕΑ, όπως είχε ονομαστεί, ζήτησε διάφορες εγγυήσεις και όρους για την παράδοση των όπλων. Αυτό το αρνήθηκαν οι Εγγλέζοι και άρχισε ένοπλος σύρραξη. Ήταν όμως επόμενο να μην μπορέσουν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ να αντισταθούν στα μέσα και στον οπλισμό των Άγγλων και αναγκάστηκαν τότε να παραδώσουν τα όπλα με την περιβόητη συμφωνία της Βάρκιζας. Πρωθυπουργός ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου. Ο αρχηγός του ΕΛΑΣ Άρης Βελουχιώτης δεν συμφώνησε για την παράδοση των όπλων και έφυγε [Μεταγενέστερη διορθωτική σημείωση: μάλλον συμφώνησε και αυτός].
Λίγους μήνες αργότερα, κατά τον Ιούνιο, ο Άρης μαζί με άλλους συντρόφους του και αφού πληροφορήθηκε και την διαγραφή του από το ΚΚΕ αυτοκτόνησε [16/6/1945]. Τότε ήταν μαζί του στην ομάδα αυτή και ο Κώστας της Nικομπάλαινας, αδερφός του Βαγγέλη Μπάλλα, που ανέφερα πιο μπροστά [σε άλλο κείμενο που δεν αναφέρεται εδώ]. Εν τω μεταξύ όμως στο διάστημα αυτό είχαν δημιουργηθεί ομάδες καταδιώξεως όλων των αριστερών και αριστεροί, έλεγαν ότι ήταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που πήραν τα όπλα και ήταν στην οργάνωση του ΕΑΜ αλλά και όσοι ακόμα δεν πήραν όπλα. Ο Άρης αυτοκτόνησε μαζί με κάποιον άλλον [τον Τζαβέλα]. Μαζί τους ήταν και ένας που λεγόταν Δράκος. Αυτόν τον Δράκο έτυχε εγώ να τον ξέρω γιατί είχε εργοστάσιο και ξυλαποθήκη στα Τρίκαλα με κάποιον Σιούλα μαζί συνέταιροι και εγώ τότε δούλευα εκεί μαζί με τον αδερφό μου Μήτσο, δηλαδή πριν ακόμα αυτός βγει στο αντάρτικο.
Αφού λοιπόν οι ομάδες αυτές ήταν στην καταδίωξη του Άρη και της ομάδας του και αφού άκουσαν [ότι τους περικύκλωσαν] λένε ότι ο Άρης και ο Τζαβέλας αγκαλιάστηκαν και αυτοκτόνησαν με χειροβομβίδα, έτσι μαθεύτηκε τότες και έτσι έλεγε και ο Κώστας Ν. Μπάλλας αργότερα όταν βγήκε από τη φυλακή και ότι έκοψαν τα κεφάλια τους και τα πήγαν στα Τρίκαλα.
Αυτή η δουλειά [ο θάνατος του Άρη] έγινε στο νομό Άρτας προς το χωριό Βουλγαρέλι, έτσι μάθαμε τότε εδώ, και θυμάμαι είχαμε πάει για να φάμε σκάμνια κάτω στις σκαμνιές τις Σιαφακαίικες, εκεί που σήμερα έχει σπίτι ο Γιάννης ο Πολύμερος, και ήταν εκεί ο παππούς ο Φώτης Σαμαράς. Μεταξύ των άλλων τότες που πήγαμε εκεί ήταν και ο δάσκαλος του χωριού μας Ηλίας Γκουτέλας, ένας πάρα πολύ καλός άνθρωπος. Ρώτησε λοιπόν τότες ο παππούς Φώτης Σαμαράς –«Τι νέα παιδιά;» απαντά ο δάσκαλος -«Μάθαμε παππού ότι σκότωσαν τον Άρη!» -«Που τον βρήκαν;» λέει ο παππούς –«Πέρα αυτού προς το Βουλγαρέλι» απαντά ο δάσκαλος. Ο παππούς όμως είχε και κλίσιν για ποίηση, σταμάτησε λίγο και μετά άρχισε να λέει:
-«Τον μήνα τον Ιούνιο μας ήρθε το χαμπέρι
τον Άρη πως σκοτώσανε πέρα στο Βουλγαρέλι».
Όπως αναφέρω και πιο πάνω για τις ομάδες αυτές που βγήκαν ενάντια στους ανθρώπους αυτούς που συμμετείχαν στις οργανώσεις του ΕΑΜ και σε αυτούς που ήταν και αντάρτες στον ΕΛΑΣ, η εποχή εκείνη ήταν [για τους ΕΑΜίτες] η πιο δύσκολη περίοδος. Αλίμονο αν έπεφτες στα χέρια τους και πιο χειρότερο ήταν αν οι χωριανοί μας εδώ δεν έπαιρναν μέρος να σε βοηθήσουν. Θυμάμαι κάποτε είχε έρθει μία ομάδα εδώ, λένε ότι ήταν Σουρλικοί [παραστρατιωτική οργάνωση]. Αφού πέρασαν από κάτω από την Κιάνα (Τρυγόνα) έδειραν μερικούς εκεί και μεταξύ αυτών και τον Δημήτρη Αποστ. Τσιρογιάννη γιατί αυτός ήταν αντάρτης. Ήρθαν και εδώ και ήθελαν τον Φωκίων Ιωάννου. Τον βρήκαν και άρχισαν να του επιτίθενται και τότες παρουσιάστηκε ο Γιώργος Μπάλας μπήκε ανάμεσά τους και τους λέει τους Σουρλικούς: –«Τι θέλετε εσείς εδώ; εμπρός φύγετε και να πάτε στα χωριά σας να κάνετε κουμάντο, εδώ είμαστε εμείς και εμείς κάνουμε κουμάντο εδώ!». Έτσι μετά από λίγο φύγανε και γλίτωσαν τότες και άλλοι χωριανοί από ξύλο και ότι άλλο τους περίμενε.
Επειδή πιο πάνω ανέφερα για την καταδίωξη του Άρη, μία βραδιά θυμάμαι μου έδωσαν και μένα ένα όπλο για να κάνουμε ενέδρα, μήπως περάσει ο Άρης να τον πιάσουμε ή να τον σκοτώσουμε! Ήμασταν γύρω στα 7-8 άτομα θυμάμαι όμως μόνον τον Θήτα Κάπα που ήταν και ο αρχηγός και τον Βαγγελία Λαζο-Πούλιο, ίσως ήταν και ο Τέλης Πούλιος(;), κι είχαμε πάει πέρα από την Αγία Παρασκευή σε ένα χωράφι που έχει Λιάκος Νάτσης. Πήγαμε εκεί καθίσαμε λίγο και λέει ο αρχηγός ο Θήτα Κάπας -αυτός φορούσε μάλιστα και μαύρο μπερέ (σκούφο). –«Ποιος θα καθίσει πρώτο νούμερο;» -«Εγώ, απάντησα, θα καθίσω». Ξάπλωσαν αυτοί και εγώ πήγα και κάθισα πιο πέρα. Προτού όμως ξαπλώσουν αυτοί ρώτησα τον Θήτα Κάπα «τι θα φυλάω;» Μου λέει εκείνος: -«Αν δεις κανέναν άνθρωπο να περνάει στο δρόμο ή στον επάνω ή στον κάτω να το σταματήσεις». –«Κι αν δεν σταματάει;» -«Να του ρίξεις!» –«Καλά», του λέω.
Κάθισα αρκετές ώρες και άρχισε να με παίρνει ο ύπνος. Για μια στιγμή βλέπω στον κάτω δρόμο να περνούν τρεις-τέσσερις άνθρωποι. Ήταν για να τους σταματήσω; Ξύπνησα τον Θήτα Κάπα και του το είπα κι αυτός φώναζε γιατί δεν τους σταμάτησα! Του λέω, εγώ θα βγω τώρα μπροστά από αυτούς, έτρεξα βγήκα ακριβώς εκεί που είναι τώρα ο τοίχος ο καινούργιος που έφτιαξε ο Χρήστος του Νώτα Τάτση. Ήταν αρκετό φεγγάρι και φώτιζε καλά. Άρχισαν να περνούν αυτοί αλλά δεν ήταν τρεις-τέσσερις που είχα δει αλλά τουλάχιστον 30 άτομα!
Στην προσπάθειά μου που κατέβαλα να γνωρίσω κανέναν μετά βίας μπόρεσα και γνώρισα με αμφιβολίες τον Παπαπέτρο. Γύρισα πάλι και του είπα τι είδα σε λίγο όμως ακούστηκε κάποιος να φωνάζει «ωωω Θήτα Κάπα, ωωω Θήτα!» γνωρίσαμε τη φωνή του, ήταν ο Γιώργος ο Τσιουρής. Ήρθε εκεί ο Γ.Τσιουρής μαζί με τον Μήτσο του Κώτσιου Κατσιώτη, αυτοί οι δύο ήταν δύο άκρα αντίθετα από πολιτική τοποθέτηση (τι βιολί όμως παίζονταν μεταξύ τους;) Τέλος πάντων μας λέει τότες ο Τσιουρής να έρθουμε στην πλατεία, μας περιμένει ο Παπαπέτρος.
Ήρθαμε στην πλατεία κι εκεί ήταν και ο Αποστόλης ο Μακαρίτης από το Μουζάκι και ένα άλλο παιδί που τον φωνάξαμε “Καστέλα” νομίζω ότι λεγόταν Κωστόπουλος. Καθίσαμε μαζί με τον Αποστόλη Μακαρίτη και τον Καστέλα. Αφού τελείωσαν οι μεγάλοι τις συνεννοήσεις τους και τα σχέδια τους άρχισαν να φεύγουν κατά ομάδες όπου αυτοί κανόνισαν. Μετά από λίγο ήρθε ο Θήτα Κάπας και λέει σε μας που ήμασταν καθισμένοι στον καναπέ «εμπρός παιδιά πάμε και εμείς». Σηκωθήκαμε και ξεκινήσαμε, πήραμε το δρόμο προς το Λιβάδι. Όταν φτάσαμε στην κορυφή στο Λιβάδι και πήραμε το δρόμο προς την τοποθεσία Κορομηλιές σταμάτησε ο Αποστόλης Μακαρίτης και λέει στον Κάπα -«Που πάμε μπάρμπα Θήτα;» -«Όπου είναι η δουλειά μας» λέει εκείνος. Αμέσως ο Αποστόλης φωνάζει τον Καστέλα που ήταν πιο μπροστά –«Καστέλα έλα εδώ» ήρθε εκείνος εκεί που ήμασταν και οι τρεις, –«Εμπρός πάμε» του λέει. –«Πού θα πας Αποστόλη;» του λέει ο Θήτα Κάπας -«Στο Μουζάκι, απαντά εκείνος, εκεί είναι η δουλειά η δική μου και δεν παλάβωσα εγώ να γυρίζω τις νύχτες στις ερημιές σαν βλάκας» και αμέσως γύρισαν και φύγανε.
Τώρα έμεινα εγώ με το Θήτα Κάπα. –«Τι θα κάνουμε τώρα εμείς μπάρμπα Θήτα, που θα πάμε;» τον ρωτάω εγώ. –«Θα πάμε στη δουλειά μας, στο σκοπό μας» λέει εκείνος. Ξεκινήσαμε πάλι το δρόμο και φτάσαμε στη θέση Χρησπούλη, εκεί που είναι ένα κτήμα των αδελφών Δημητρίου και Αριστοτέλη Μπάλλα. Λίγο πριν φτάσουμε εκεί είναι ένα ρεματάκι. Λέει ο Κάπας «εδώ θα καθίσουμε». Σταματήσαμε εκεί, βλέπω το Θήτα να διορθώνει τον τόπο για καθισιό, το ίδιο έκανα και εγώ. Αφού καθίσαμε αρκετά, ήταν νύχτα ακόμη πολύ και μας έπαιρνε ο ύπνος, πού όμως να κοιμηθείς και να καθίσεις, άρχισε να μαζεύεται σκνίπα και κουνούπι να μη σε χωράει ο τόπος πουθενά. Τράβηξα το σακάκι μου και σκέπασα το κεφάλι μου να μην μπορούν να με τσιμπήσουν κι αυτό κράτησε μέχρι το πρωί που έφεξε. Τότες λέει ο Κάπας «Πάμε τώρα για το χωριό».
Τώρα πέστε κι εσείς, τι στο διάολο κάναμε εμείς εκεί ; Τι σκοπό είχαμε; Πού θα βρίσκαμε τον Άρη; Και αν το έβαζε καμιά φορά ο διάολος και περνούσε ο Άρης από εκεί, εμείς τι θα κάναμε; από δυο-τρεις σφαίρες ο καθένας είχαμε κι αυτές ζήτημα να έπαιρναν φωτιά!
Αυτά ήταν τα «μεγάλα» σχέδια των ανθρώπων αυτών που είχαν τότε την εξουσία!
Φώτης Γούσιας